Παρασκευή 17 Απριλίου 2015

Μηχανή του χρόνου

Διασχίζω τα ήσυχα σοκάκια
Της παλιάς μου γειτονιάς
Με βλέπω σε κάθε αυλή και μπαλκόνι
Ταΐζω τις γάτες
Δέχομαι παρατηρήσεις
Καθόμαστε στην βεράντα
Κοιτώντας τον έναστρο ουρανό
Σκάβω λάκκους στον κήπο και το σκυλί γαβγίζει
Η γειτόνισσα πάλι τα ίδια
Το παιδάκι που έβγαινε με τις πάνες στο δρόμο
Εθεάθη να κυκλοφορεί διατηρώντας γενειάδα
Έχω 4 φορές το ίδιο αυτοκόλλητο και κανένας δεν το θέλει
Το κύπελλο όπου να ‘ναι τελειώνει
Και ακόμα να συμπληρώσω τα κενά στο άλμπουμ
Ο κυρ Αντρέας πάλι μου έδωσε λάθος ρέστα
Το κορίτσι περιμένει στην γωνία
Κατέβηκα απ ’την ταράτσα του δημοτικού
Μέσω ενός δέντρου στα σκοτάδια
Κρύφτηκα πάνω στο καμπαναριό
Λες να χτυπήσει;
Ο άλλος ο μαλάκας μ’ έσπρωξε στην κολόνα
όπου πήγα να τον ‘’φτύσω’’
Σε ευχαριστώ μικρή Ολλανδέζα
Η γοητεία της αφρικάνικης σου καταγωγής
Με βοήθησε να ανακαλύψω
τις διαστάσεις της αρσενικής μου φύσης 
ο ξενοδόχος μ έδιωξε απ ‘την πισίνα
Κρίμα! Με συμπαθούσαν τόσο οι τουρίστες
Μερικά μούσμουλα στα τζάμια του είναι ότι πρέπει
Λίγα χρόνια μετά μας φτιάχνεις καφέδες στο μπιλιαρδάδικο
Καίγομαι στην ποδοκνημική απ ’την εξάτμιση
Και δεν με πάτε άλλη βόλτα τρόμπες
Τα παιδιά μαζωχτήκαν στην αυλή μου
Κι ας μην είναι δική μου
Αν μου κρατήσει κι άλλη μπάλα ο γέρος
Θα το πώς στον πατέρα μου
Κοίτα να δεις , παίξαμε κόντρα στο πέρα σχολείο
Και δεν άνοιξε ρουθούνι
Μια φορά να φας φάπα και να μην φέρεις όλο σου το σοι
Δεν θυμάμαι να υπήρχε αυτό το graffiti
Μετά την μπάλα σοκολάτα
Δεν έχω κινητό για να μου το στείλεις
Έμεινε πάλι νηστικός
Σας είπα δεν έπρεπε να πιει
Είναι μαύρος και  η μάνα του γαμιέται επί πληρωμή
Έκλεψε από συνάδελφο της 100ρικο
Της πουτάνας τα παγωτά φάγαμε
Τα ξερά χόρτα παίρνουν εύκολα φωτιά
Ο πυροσβέστης πάλι εμένα θα στολίσει
Βάλανε στο γήπεδο τσιμέντο
Τέρμα τα σβολώματα με ματωμένα γόνατα
Αφήσαμε σκουπίδια κι ο παπάς μανίζει
Απ ‘τα σκαλοπάτια δεν φεύγουμε
Στα αρχίδια μας ποιος άγιος γιορτάζει
Τον 15 Αύγουστο μελαγχολώ κι ας είμαι 11 μόλις
Ένα χρόνο μετά κλαίω γιατί θα χαθούμε λέει μετά το δημοτικό
Μου φαίνεται αστείο δεν θυμάμαι καν με ποιους ήμουν
Τι θα πει δεν μπορούμε χωρίς κηδεμόνα στην καφετέρια?
Ο καστανός μπαίνει γυμνάσιο
είδα ένα ξάδερφο σου 10 χρόνια μετά
θέλω να τον ρωτήσω αν ζεις
οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος σου
ήσουνα φίλος με αυτόν που κάηκε
λούζοντας το κότερο με βενζίνη
τρεις φίλοι καρδιακοί γίνανε μπάτσοι
κι εγώ στο ότι κάτσει
να το βράσω το χρυσό στο μήκος
στα σπριντ πάντα έρχομαι δεύτερος
ο Μπάμπης πήγε διακοπές κι ακόμα να τον δω
του χρωστάω μια συγγνώμη ακόμη
μη με σταμάτε μη με ρωτάτε
εγώ ματώνω στον βορρά
τα τωρινά δε ζω τα περασμένα αναπολώ

κι όλα αυτά μόνο με μια βόλτα