Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2016

nahak-Σκόρπιες χειμωνιάτικες σκέψεις

το παρακάτω είναι κάτι που μ στειλε ένας φίλος.Το ανεβάζω γιατί είναι φίλος όπως είπα και επειδή ζούμε παρέα όσα γράφει.άντε γεια
Είναι κάποια παγερά απογεύματα του χειμώνα,
που είσαι κλεισμένος στο δωμάτιο σου
και σε πιάνει μια ανεξήγητη μελαγχολία.
Μια μοναξιά αλλόκοτη.
Δεν θες να βγεις.
Ξέρεις ότι ούτε οι δικοί σου άνθρωποι είναι κάπου έξω.
Έχουν και αυτοί τις δουλείες τους, αλλά εσύ ψάχνεις για συντροφιά.
Ψάχνεις σε κάποιον να μιλήσεις,
δεν έχεις κάτι συγκεκριμένο να του πεις.
Και μόνο, όμως, που είσαι με αυτά τα άτομα νοιώθεις ασφάλεια.
Ξέρεις ότι σε καταλαβαίνουν.
Καταλαβαίνουν την σιωπή σου,
τόσο εύκολα, όσο τα λόγια σου.
Η μελαγχολία, άλλωστε, δεν είναι πάντα κάτι το κακό,
την χρειαζόμαστε όλοι καμιά φορά,
λες και πρέπει να ξεσπάσει κάτι μέσα μας.
Ε, τότε άσε την να βγει.
Άσε την να εκφραστεί όπως αυτή θέλει.
Ο καθένας πρέπει να βρει τον τρόπο μόνος του.
Εγώ ξέρω τι θα κάνω.
Θα βάλω μια λίστα από
la bruja muerta στο youtube,
θα πάρω μια μπύρα από τις φθηνές
και ένα τσιγάρο.
Στην καλύτερη από τα μεγάλα.
Και θα ταξιδέψω.
Όπως είχε πει και ο ποιητής, δεν έχει σημασία το που.
Όταν θα αφεθείς, ο νους ξέρει τον δρόμο που θα σε πάει.
Ω και είναι τόσο μαγικό αυτό το ταξίδι,
γιατί στην αρχή ξεκινάει από αυτά που σε κατατρώνε,
τον ασφυκτικό κλοιό της οικογένειας και της κοινωνίας,
που σου υπενθυμίζουν συνεχώς τις υποχρεώσεις σου.
Εκείνη την κοπελιά που είναι χαραγμένη στο μυαλό σου,
που την αισθάνεσαι στις τρίχες σου κάθε φορά που αναριγείς.
Και συνεχίζεις έπειτα σε διαφορετικά μονοπάτια.
Κάνεις άλλη μια μεγάλη τζούρα και πας και πας…
Σκέφτεσαι πόσο μικρός είσαι,
πόσα μπορούσες να κάνεις και δεν έκανες,
πόσα έκανες, που ίσως να μην έπρεπε να κάνεις.
Όλα μέσα στη ζωή είναι όμως.
Όλα είναι εμπειρίες, καλές και κακές.
Και οι εμπειρίες είναι σαν ένα πακέτο τσιγάρα.
Παίρνεις το πρώτο, το βάζεις στο στόμα,
το ανάβεις, ρουφάς, φυσάς, το σβήνεις.
και μετά προχωράς στο επόμενο.
-
Nahak-

Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2016

Νικοτίνη

Νικοτίνη
Δύναμη της συνήθειας
Η συνήθεια της απώλειας δύναμης
απ‘ τις κακές συνήθειες
Δεν είμαι δυνατός
Η τελευταία μου μπουκιά
λίπασμα σε μια χωματερή
Η τελευταία μου τζούρα
στέρηση της γεροντικής μου ευρωστίας
Ανοιχτά τα παραθυρόφυλλα
Δραπετεύουν καπνοί και καημοί
Τρακάρουν σε εισβαλλόμενες προφητείες
για ένα καλύτερο αύριο
που κανείς δεν θα ζήσει
Θα είναι απασχολημένος
απ’ τις σκέψεις
ενός ανάλαφρου μέλλοντος
που ποιος μας θα βιώσει
Κι εγώ που ονειρευόμουν
νίκες λαμπρές και δάφνινα στεφάνια
φουσκώνω τα πνευμόνια μου καπνούς
Ποιος δεν ζήλεψε τον Διαγόρα
Υγιής κι ευτυχισμένος
πόθανε στο στάδιο
υπό την αγγάλη των χεροδύναμων γιων του
Αλήθεια ποιος μας θα φέρει τέκνα
σ’ αυτήν εδώ την γη
Να τα’ χει ανέμελα
να βλέπουν το χώμα
μέρα με την μέρα
όλο και από πιο περίοπτη θέση
Κόσμος κι όνειρο
ριγμένα στην παλαίστρα
Απτές πραγματικότητες και συναισθηματισμοί
παραταχθήκανε στις θέσεις των θεατών
ζητωκραυγάζοντας για τον μαχητή
της αρεσκείας τους
Επόμενος αγώνας
Ευ ζην ενάντια στην γενική παράλυση των φρενών

Που θα στοιχημάτιζες ακριβή μου αγάπη?